Αγαπητό μου ημερολόγιο,
Σήμερα το μεσημέρι, αφού με είδε ο γιατρός, μας πήγανε όλους μαζί στην τραπεζαρία όπου μας περίμενε μια έκπληξη. Ενα Πρωτοχρονιάτικο γεύμα! Με γαλοπούλες, με γουρουνάκια, με πατάτες, με σαλάτες, με γλυκά... Τρελό γλέντι! Ενιωσα πάλι σχεδόν σαν φυσιολογικός άνθρωπος...
Αλλά έφαγα πολύ. Πάρα πολύ. Και ήπια πολύ. Μπύρα! Μου αρέσει πολύ. Ομως με νυστάζει. Κι έτσι, όταν τελειώσαμε πήγα κατ΄ ευθείαν στο δωμάτιο μου... Αλλά που να κοιμηθώ μετά από τόσο φαγητό... και εκεί που ξάπλωνα με ανοιχτά τα μάτια, ξαφνικά βρέθηκα αλλού... βρέθηκα σε μια πόλη... Ξέρεις... αυτό που παθαίνω... Μοιάζει με ύπνο αλλά δεν είναι ακριβώς... Η πόλη ήταν ίδια με τη δικιά μου πόλη στην Πατρίδα.... Μακριά από το ίδρυμα.... Μόνο που αυτή η πατρίδα, δεν ήταν όπως τη θυμόμουν... Ηταν αλλόκοτη... Οι άνθρωποι είχαν ένα χρώμα γκρίζο... της στάχτης.... και δε γελούσαν... δε γελούσαν καθόλου... Μόνο με κοιτουσαν με γουρλωμένα μάτια.... κοίταζαν τα χέρια μου... δεν κρατούσα τίποτα.... και όλοι έτρεχαν από εδώ κι από εκεί... όλοι έτρεχαν... που και που σταματούσε από κανένας να ξεκουραστεί, αλλά μόλις πήγαινα κοντά του έφευγε... δεν μπορούσα να μιλήσω σε κανέναν... όλοι έτρεχαν...
Κάποια στιγμή σταμάτησα κάποιον... ήταν γκρίζος και σκυθρωπός σαν τους άλλους... τον ρώτησα που πάει... μου είπε πως πάει με το ρεύμα.... του είπα ότι το ρεύμα τον κάνει γκρίζο και σκυθρωπό... μου είπε ότι αν βγει από το ρεύμα θα χαθεί.... Εσύ εισαι χρωματιστός... μου είπε. Πράγματι, το χρώμα του δέρματος μου ήταν έχρωμο δερματί... και το μπλουζάκι μου κόκκινο... αυτός ήταν όλος γκρί... Με χτύπησε.... Μου έριξε μια στα μούτρα ... Με είπε ανώμαλο, ξετσίπωτο και βλάκα.... Και με έφτυσε κι όλας... Και έφυγε... Μετά σταμάτησα άλλον... Κι ύστερα κι άλλον... κι άλλον... όλοι τους τα ίδια....
Και τότε εμφανίστηκε ένας χρωματιστός σαν κι εμένα... τρελός θα ναι κι αυτός σκέφτηκα.... πήγα κοντά του... Δεν έφυγε... τον ρώτησα γιατί τρέχαν όλοι σαν τρελοί... μου απάντησε για να γλιτώσουν... από τι; τον ρώτησα.... Από τη μετριότητα μου απάντησε αμέσως... Μα είναι όλοι γκρίζοι... του ξανάπα...
Ο χρωματιστός με πήρε και κάτσαμε σε ένα παγκάκι... δίπλα μας τρέχανε όλοι σαν τρελοί... λαχανιασμένοι... Τον ρώτησα τι έγινε. Αν είναι η πατρίδα μου αυτή. Ναι... Οι συμπατριώτες μου ήταν ανάμεσα σε αυτά τα γκρίζα ανθρωπάκια αγαπητό μου ημερολόγιο... Ολοι μου οι συγγενείς, οι φίλοι κι οι γνωστοί, είχαν γίνει γκρίζοι...
Ολοι...
Αγαπητό μου ημερολόγιο ορκίστηκα στον άλλον (ξέρεις ποιον) ότι δε θα ξαναπάω για ύπνο μετά το φαγητό...
--
Ανάρτηση Από τον/την Κωνσταντίνος στο Ας μιλήσουμε επιτέλους! τη 1/06/2011 01:40:00 μμ