[Ας μιλήσουμε επιτέλους!] Τα γκρίζα σημεία του νέου πακέτου της Ε.Ε. – Οι τέσ...


Αν και αρκετά ακόμη ζητήματα του νέου πακέτου χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας δεν έχουν ακόμη διευκρινιστεί, γενικότερη εντύπωση είναι πως τα πράγματα αυτήν την ώρα είναι σαφώς καλύτερα από την προηγούμενη εβδομάδα, όταν δεν είχε γίνει η ευρωπαϊκή σύνοδος κορυφής της 21ης Ιουλίου.

Παρ' όλα αυτά, υπάρχουν ακόμη τέσσερις προκλήσεις, τις οποίες η κυβέρνηση και οι δανειστές καλούνται να ξεπεράσουν, προκειμένου η ελληνική οικονομία να αποκτήσει τις προϋποθέσεις ώστε να βγει από την κρίση.

ΟΙ ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ

Πρόκληση Νο 1

Οι Ευρωπαίοι μας καλύπτουν για τις τοκοχρεολυτικές δόσεις της χώρας έως και τα μέσα του 2014, με την προϋπόθεση πως η Ελλάδα θα έχει εισπράξει γύρω στα 28 δισ. ευρώ από τις πωλήσεις περιουσιακών της στοιχείων (ιδιωτικοποιήσεις, εκμετάλλευση ακινήτων κ.λπ.).

Αυτό βέβαια προϋποθέτει τα εξής:

Α. Η χώρα θα καταφέρει να εισπράξει τα 28 δισ. ευρώ από τις ιδιωτικοποιήσεις. Θα μπορέσει όμως;

Β. Η Ελλάδα θα επιστρέψει σε πρωτογενή πλεονάσματα στον προϋπολογισμό της από το 2012 και μετά.

Γ. Η συμπεριφορά, οι πρωτοβουλίες και η αποτελεσματικότητα της κυβέρνησης θα είναι τέτοιες, ώστε η τρόικα να δίνει το «ΟΚ» κάθε τρίμηνο για να συνεχίζεται η καταβολή των περιβόητων δόσεων.

Πρόκληση Νο 2

Η συμμετοχή των ιδιωτών στην επιμήκυνση του ελληνικού χρέους θα πρέπει να είναι τέτοια ώστε οι τοκοχρεολυτικές δόσεις της Ελλάδας να μειωθούν μέχρι το 2020 και σε συνδυασμό με τα πλεονάσματα του προϋπολογισμού να μπορεί να συνεχιστεί απρόσκοπτα η χρηματοδότηση της χώρας για πολλά χρόνια ακόμη.

Κάποιοι αναλυτές έχουν εκφράσει επιφυλάξεις για το πόσο εκτεταμένη θα είναι η συμμετοχή των ιδιωτών, ωστόσο οι ψυχραιμότεροι παράγοντες της αγοράς εκτιμούν πως οι απώλειες από τη συμμετοχή στη ρύθμιση των χρεών (21%) είναι προτιμότερες από τον κίνδυνο που θα διατρέχουν όσοι ιδιώτες δεν δεχτούν να επιμηκύνουν τα δάνειά τους. Και αυτό γιατί οι συμμετέχοντες θα χάσουν μεν το 21%, πλην όμως θα κλειδώσουν το υπόλοιπο 79% λόγω της εγγύησης του EFSF (αρκετοί επενδυτές, άλλωστε, έχουν μέσο κόστος κτήσης σαφώς χαμηλότερο του 100, οπότε οι απώλειες θα είναι μικρότερες του 21%). Αντίθετα, οι υπόλοιποι δεν θα έχουν καμία εξασφάλιση για την επένδυσή τους.

Πρόκληση Νο 3

Το πεδίο για τις ελληνικές τράπεζες δεν έχει ακόμη ξεκαθαρίσει. Φαίνεται πως θα χρειαστούν αυξήσεις κεφαλαίου γύρω στα 6 – 9 δισ. ευρώ, σε περίπτωση όπου η Τράπεζα της Ελλάδος επιμείνει σε ελάχιστα απαιτούμενο δείκτη Core Tier 1 στο 10% και αν αποφασιστεί να εγγράψουν λογιστικά μια κι έξω τις ζημίες τους από την κατοχή ελληνικών ομολόγων. Αν δεν γίνουν αυτά, τότε αυξήσεις κεφαλαίου ουσιαστικά δεν θα απαιτηθούν.

Τι θα γίνει, όμως, αν απαιτηθούν αυτά τα πρόσθετα κεφάλαια:

Α. Μέρος του ανοίγματος θα μπορούσε να καλυφθεί από πωλήσεις θυγατρικών στο εξωτερικό και από πολιτική περιορισμού των δαπανών (αναμένεται σύντομα από τις τράπεζες μεγαλύτερη κινητικότητα στον συγκεκριμένο τομέα).

Β. Ένα άλλο κομμάτι θα μπορούσε να εξοικονομηθεί μέσα από συγκεκριμένες συγχωνεύσεις, όπου τράπεζες με πλεόνασμα σε δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας θα μπορούσαν να… παντρευτούν με ελλειμματικές σε αυτόν τον δείκτη.

Γ. Το υπόλοιπο ποσό θα μπορούσε να καλυφθεί είτε από αυξήσεις κεφαλαίου και μετατρέψιμα ομολογιακά δάνεια, είτε από τα κεφάλαια του EFSF. Το πρώτο ενδεχόμενο παρουσιάζει σημαντικές δυσκολίες επί του παρόντος (οι αγορές δείχνουν διστακτικές), ενώ το δεύτερο μόνο ως τελευταία λύση θα μπορούσε να επιλεγεί από τους τραπεζίτες.

Άρα, λοιπόν, οι αποφάσεις της Τραπέζης της Ελλάδος (επομένως και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας) για τον ελάχιστα απαιτούμενο δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας και των Ευρωπαίων για το πώς θα λογιστικοποιηθεί η ζημία των ομολόγων μόνο ουδέτερες δεν μπορούν να θεωρηθούν, καθώς από το περιεχόμενό τους θα οδηγήσουν σε πολύ διαφορετική κατάσταση την επόμενη μέρα του τραπεζικού χάρτη στην Ελλάδα…

Η εμμονή στους υψηλούς δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας και στην εγγραφή μια κι έξω όλης της ζημίας θα πιέσει ακόμη περισσότερο τις τράπεζες για συγχωνεύσεις, για πωλήσεις θυγατρικών και ενδεχομένως για προσφυγή στα κεφάλαια του μνημονίου, ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Πέρα όμως από το ζήτημα της κεφαλαιακής επάρκειας, εξίσου σημαντικό είναι το θέμα της ρευστότητας των τραπεζών. Η ένταξη των ελληνικών ομίλων στο πρόγραμμα των ιδιωτών θα απομακρύνει για το μακρινό μέλλον ταμειακές εισροές δισ. ευρώ που αναμένονταν τα αμέσως προσεχή έτη, σε μια περίοδο όπου η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα υπενθυμίζει στα ελληνικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα πως πρέπει να περιορίσουν σταδιακά την έκθεσή τους προς αυτήν.

Οι πωλήσεις θυγατρικών στο εξωτερικό (δείκτης χορηγήσεων προς καταθέσεις σαφώς πάνω από το 100%) και η πώληση υπαρχόντων δανείων σε hedge funds δεν αρκούν για να καλύψουν το κενό. Και βέβαια οι ελληνικές τράπεζες μπορεί να μην κινδυνεύουν να κλείσουν, ωστόσο ζητούμενο θα παραμείνει πού θα βρουν κεφάλαια για να χρηματοδοτήσουν την ελληνική οικονομία.

Πρόκληση Νο 4

Αφού δεν εξασφαλίζεται η δυνατότητα των τραπεζών να χρηματοδοτήσουν την ελληνική οικονομία (μάλλον, νέα υποχώρηση του υπολοίπου των χορηγήσεων αναμένεται), πώς και πότε θα μπορούσε να ανακάμψει η οικονομία, όταν μάλιστα δρομολογείται νέο μπαράζ φόρων και επίκεινται νέες περικοπές στις αποδοχές των εργαζομένων τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα;

Η μόνη ελπίδα για να επανέλθει το ΑΕΠ σε θετικό πρόσημο μέσα στο 2012 είναι να συνεχίσουν οι εξαγωγές και ο τουρισμός την ανοδική τους πορεία και ταυτόχρονα να "πέσουν" αρκετά δισ. ευρώ από το λεγόμενο νέο Σχέδιο Μάρσαλ.

Άρα, λοιπόν, θα πρέπει όχι μόνο να επιλεγούν επενδυτικά προγράμματα εδώ και τώρα (ώστε να ξεκινήσουν μέσα στο 2012) αλλά και να χρηματοδοτηθούν αμέσως -και σχεδόν αποκλειστικά- από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, καθώς τόσο στο ελληνικό δημόσιο όσο και στα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα δυνατότητα για πολλά πράγματα δεν υπάρχει…

Πηγή





--
Ανάρτηση Από τον/την Κωνσταντίνος στο Ας μιλήσουμε επιτέλους! τη 8/02/2011 05:22:00 μμ